20.4.11

Μετά 44 έτη ...



Του Λευτέρη Π. Παπαδόπουλου

Δεν έχω αύριο χρονογράφηµα. Εχω «Γράµµατα στις Ματιές». Αύριο, όµως, είναι 21η Απριλίου. Πρέπει να γράψω. Θέλω να γράψω. Κι ας έχουν περάσει από τότε (1967) 44 ολόκληρα χρόνια! Κάτι λιγότερο από το προσδόκιµο ζωής για τη δεκαετία του ‘40, όταν η ... φυµατίωση θέριζε, φάρµακα δεν υπήρχαν, τα νοσοκοµεία ήταν λίγα και η επιστήµη σήκωνε συχνά τα χέρια ψηλά, γιατί δεν µπορούσε να τα βγάλει πέρα µε την αρρώστια.

Σκέφτοµαι ότι τα παιδιά που γεννήθηκαν τη µέρα που εξερράγη το πραξικόπηµα είναι σήµερα 44 ετών! Γυναίκες και άντρες στην ωριµότητά τους, µε δουλειές και οικογένειες. Απίστευτα γρήγορα που περνάει ο καιρός! Απίστευτα γρήγορα που αλλάζουν και τα πράγµατα! Μην πάµε µακριά: ώς το 2008 αισθανόµασταν ασφαλείς, είχαµε κάνει Ολυµπιακούς Αγώνες, δεν ξέραµε τίποτα για τα σπρεντ και τις άλλες «µηχανές» των κερδοσκόπων. Και τώρα, δεν γνωρίζουµε τι θα ξηµερώσει η αυριανή µέρα, µε τόσους ανέργους, µε τόσους µετανάστες, µε τόσες επιχειρήσεις να κατεβάζουν τα ρολά.

Την 21η Απριλίου 1967 ήµουν στο Μόναχο, σε δηµοσιογραφική αποστολή. Χιόνιζε, θυµάµαι. Ενα χιόνι απαλό, σαν ψεύτικο. Μπρος στο ξενοδοχείο όπου έµενα («Ρεγγίνα Παλλάς) υπήρχε µια µικρή τριγωνική πλατεία. «Εις µνήµην των θυµάτων του Εθνικοσοσιαλισµού» έγραφε η ταµπελίτσα. Μας δούλευαν, πάντοτε, οι Γερµανοί. Μια πλατεΐτσα, σαν από «χαρτοκοπτική», για τα εκατοµµύρια των ανθρώπων που βασανίσθηκαν και έχασαν τη ζωή τους από τους Ναζί! (Ακόµη και το Νταχάου, από φρικτό κάτεργο το είχαν µετατρέψει σε παρκάκι, µε λεπτό βοτσαλάκι και άνθη ολόγυρα...).

Τη βραδιά του πραξικοπήµατος, µου είχε τηλεφωνήσει έντροµη η γυναίκα µου:

«Μην έρθεις. Θα σε πιάσουν! Πιάσανε χθες τον Ψαθά...». Δεν γύρισα στην Ελλάδα.

Ηµουν, όµως, απένταρος. Μου έδωσε ένα εκατόµαρκο ο Βασίλης Θεσίτης. Ηρθαν στο ξενοδοχείο και κάτι παιδιά που ανήκαν στη νεολαία της Ενωσης Κέντρου.

«Θα σε βοηθήσουµε εµείς», µου είπαν.

Και µε βοήθησαν. Με έφεραν σε επαφή µε τον Αγγελο Μαρόπουλο, φίλο µου, παλιό συµµαθητή και γείτονα, που δούλευε στην Κολωνία, στην Ντόιτσε Βέλε. Το άλλο βράδυ ήµουν κοντά του. Στο Μπαντ Γκόντεσµπεργκ.

Ο Αγγελος... Εµενε σ’ ένα δυάρι.Μου παραχώρησε, αµέσως, ένα δωµάτιο του διαµερίσµατόςτου. Καιανέλαβε και τη διατροφή µου, ώσπου να πιάσω µια δουλειά: να εργασθώ στην εφηµερίδα «Δηµοκρατία», που εκείνες τις µέρες είχε παρθεί η απόφαση να εκδοθεί. Σε δύο µέρες, όµως, φύγαµε για Δανία και Σουηδία. Μαζί µε τον Αγγελο και µένα, ο τότε βουλευτής της Ε.Κ. Τάσος Παπαδόπουλος που φηµιζόταν για τους καβγάδες του στο Κοινοβούλιο.

Καλός άνθρωπος. Από το Κιλκίς, νοµίζω. Σωµατώδης και «βαµµένος» παπανδρεϊκός. Βουλευτής εν ενεργεία που έδινε κύρος στην «αποστολή». Στην επαφή, δηλαδή, µε τα σκανδιναβικά σοσιαλδηµοκρατικά κόµµατα για την οργάνωση συλλαλητηρίων κατά της χούντας.

Πόσο σπουδαίος ήταν εκείνες τις µέρες ο Μαρόπουλος! Μιλούσε ακατάπαυστα – ήξερε γερµανικά και δανέζικα – σε συγκεντρώσεις, τηλεοράσεις, αµφιθέατρα, ταβέρνες και αιχµαλώτιζε τα ακροατήριά του, µε τον ωραίο λόγο του...

Αγγελε, να ‘χεις δύναµη.
ΤΑΝΕΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια: