10.7.12

Και καταντά το αύριο σαν αύριο να μην μοιάζει...



Φελνίκος

Δεν τους έφταναν όλα τ’ άλλα, των πολιτικών μας, έπρεπε να μαγαρίσουν και την ποίηση. Αντί να αντιπαρατίθενται με επιχειρήματα, για το πως θα κυβερνηθεί καλύτερα η χώρα και πως θα ... βγούμε μία ώρα αρχύτερα από την κρίση, άρχισαν να εκτοξεύουν ο ένας στον άλλο στίχους. Διάλεξαν μάλιστα και τον Καβάφη για τούτο τους το έργο. Ή καλύτερα διάλεξαν κάποιοι συνεργάτες τους τους στίχους.

Και επειδή συνήθως οι συνεργάτες των πολιτικών, πλην ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων, είναι κάτι άχρωμοι χαρτογιακάδες και νευρωτικοί γραφειοκράτες, που τόση σχέση έχουν με την ποίηση όση οι πόρνες με τις παρθένες, δεν θα μπορούσαν παρά να διαλέξουν εκείνους τους στίχους που τους γνωρίζουν επειδή συχνά πυκνά αποτελούν τίτλους εκθέσεων στο Γυμνάσιο.

«Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μιά κάποια λύσις», έλεγε ο Αλεξανδρινός. Με το στίχο αυτό, προσαρμοσμένο στην κομματική ιδιόλεκτο, διάλεξε ο Αλέξης Τσίπρας για να επιτεθεί στην κυβέρνηση, ψέγοντάς την για τον τρόπο που τα τρία κόμματα αντιμετώπισαν, ως «βαρβάρους», προεκλογικά, τον ΣΥΡΙΖΑ, εξυπονοώντας προφανώς ότι οι …ασυμβίβαστοι της Κουμουνδούρου ήταν, ως διαπραγματευτικό ατού, μια κάποια λύση-φόβητρο απέναντι στους εταίρους-δανειστές μας.

«Κι’ αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις». Αυτή ήταν η καβαφική απάντηση, την οποίαν ο Αντ. Σαμαράς προέτρεψε τον Αλ. Τσίπρα να μεταφέρει στον «φίλο» του, τον πρόεδρο της ΓΕΝΟΠ, Φωτόπουλο, υπονοώντας ότι, θέλουν δεν θέλουν οι συνδικαλιστές, η ΔΕΗ θα αποκρατικοποιηθεί.

Δεν θα σταθώ στην, έξυπνη ομολογουμένως, παρατήρηση Τσίπρα, ότι ο στίχος περιέχεται στο ποίημα «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον». Και δεν θα το πράξω επειδή εδόθη, προφανώς κατόπιν συμβουλής των συμβούλων του, την επομένη της συζητήσεως στη Βουλή και όχι την ίδια στιγμή, διακόπτοντας τον ρήτορα, που θα μαρτυρούσε γνώση του ποιήματος και όχι απλώς του πασίγνωστου στίχου, και σε κάθε περίπτωση θα έφερνε, από άποψη εντυπώσεων σε δύσκολη θέση τον Σαμαρά.

Ούτε θα σταθώ στο γεγονός ότι και οι δύο καβαφικοί στίχοι ήταν μάλλον άστοχοι ως προς το στόχο που ήθελαν να υπηρετήσουν. Για μεν τους «βαρβάρους» ο επιμελής κύριος Τσίπρας οφείλει να γνωρίζει ότι η Σύγκλητος, ο αυτοκράτωρ, οι ύπατοι, οι πραίτορες και οι άξιοι ρήτορες περίμεναν με «κατεβασμένα τα βρακιά» τους βαρβάρους, και δεν τους πολεμούσαν με κάθε τρόπο, όπως έκαναν στον ίδιο και τον ΣΥΡΙΖΑ, το κατ’ αντιστοιχίαν εγχώριο και διεθνές «φιλοευρωπαϊκό τόξο».

Αντίστοιχα και ο επιμελής πρωθυπουργός έπρεπε να γνωρίζει ότι, εκτός από τον τίτλο του ποιήματος, ο Καβάφης προτρέπει τον Αντώνιο, δηλαδή τον Φωτόπουλο, «σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μία τέτοια πόλι, πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο, κι άκουσε με συγκίνησαν, αλλ’ όχι με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα». Ο ποιητής απευθύνει λόγους συμπαθείας στον Αντώνιο που χάνει την Αλεξάνδρεια και δεν τον φοβερίζει ούτε τον επιτιμά.

Στις αστοχίες των ποιητικών επιλογών δεν θέλω, όπως προείπα, να σταθώ. Θέλω όμως, αν μου επιτρέπεται από τους δύο, εραστάς του Καβάφη, πολιτικούς, να αναφερθώ σε κάποιους άλλους στίχους του Αλεξανδρινού, οι οποίοι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, θα ταίριαζαν καλύτερα στις περιστάσεις. Ας διαλέξει ο καθένας όποιους θέλει για να απευθυνθεί στον άλλον.

Οι πρώτοι είναι από τους «Τρώες»: Ειν’ οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων. / Θαρρούμε πως με απόφαση και τόλμη / θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά, / κ’ έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε./ Αλλ’ όταν η μεγάλη κρίσις έλθει / η τόλμη κ’ η απόφασή μας χάνονται°/ ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει°/ κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε / ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή./ Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία./ Επάνω, στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.

Και οι δεύτεροι από το «Όσο μπορείς»: Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις / τούτο προσπάθησε τουλάχιστον / όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις / μές στην πολλή συνάφεια του κόσμου, / μές στές πολλές κινήσεις κι ομιλίες. / Μην την εξευτελίζεις, / πιαίνοντάς την,/ γυρίζοντας συχνά κ’ εκθέτοντάς την / στων σχέσεων και των συναναστροφών / την καθημερινή ανοησία,/ ως πού να γίνει σα μιά ξένη φορτική.

Εγώ πάντως, αν ήμουν Σαμαράς, δεν θα κατέφευγα στον Καβάφη για να απαντήσω στον Τσίπρα, αλλά στον Ελύτη -που είναι και ο αγαπημένος του. Θα του έλεγα: Άκουσε ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση… Κάποτε και συ θα φτάσεις (να γίνεις) νικητής (όπως ο Αγαμέμνονας), αλλά βασιλιάς μιάς χώρας ακατοίκητης.

Κι αν ήμουν Τσίπρας θα απαντούσα στον Σαμαρά με τον Σεφέρη: Έτσι με το «μικρότερο κακό», βάδιζε η μοίρα / ως την αυγή τ’ Αγι’ Αντωνιού, μέρα Τετάρτη / που ήρθαν οι καβαλάρηδες και τον εσύραν / από της καύχας του την αγκαλιά και τον εσφάξαν. Αν πάλι δεν ήθελα τον Σεφέρη, σίγουρα θα …ξεκόλλαγα από τους «Μοιραίους» του Βάρναλη. Κι αν έπρεπε οπωσδήποτε να διαλέξω αριστερό ποιητή θα προσέφευγα στον Ρίτσο. Νομίζω ότι ο στίχος «να ζούμε μόνοι μας πλέκοντας για τους εχθρούς δήμιου σκοινί και να κρεμάμε εμείς εμάς αθώους αντί για κείνους» αποδίδει πιο εύστοχα αυτό που ήθελε να πει ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ.

Πάντως, και ομιλώντας ποιητικά, θα έλεγα και στους δύο ότι ο καλύτερος για να περιγράψει τη σημερινή κατάσταση στη χώρα είναι ο Σεφέρης. Όλοι νομίζω αναγνωρίζουμε ότι όπου και να ταξιδέψουμε η Ελλάδα μας πληγώνει. Όλοι έχουμε κατανοήσει ότι το καράβι που σήμερα ταξιδεύει, το έθνος των Ελλήνων, το λένε ΑΓΩΝΙΑ 012. Όλοι αρχίζουμε και φοβόμαστε ότι είμαστε ο σπόρος που πεθαίνει και η μνήμη μας όπου και να την αγγίξεις πονάει.

Αν, παρ’ όλα αυτά, ήθελαν να περιγράψω την κατάσταση της χώρας και το πως νοιώθουν οι πολίτες της, μόνο με λόγια του Καβάφη, δεν θα έβρισκα πιο ταιριαστά από αυτά: Την μιά μονότονην ημέραν άλλη / μονότονη, απαράλλακτη ακολουθεί./ Θα γίνουν τα ίδια πράγματα, θα ξαναγίνουν πάλι – / ή όμοιες στιγμές μας βρίσκουνε και μας αφίνουν./ Μήνας περνά και φέρνει άλλον μήνα./ Αυτά που έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει°/ είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα./ Και καταντά το αύριο πιά σαν αύριο να μην μοιάζει.

Και θα τους αποχαιρετούσα, απευθυνόμενος σε σας, λέγοντας …για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!

matrix24.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: