18.1.15

Η ευκολία να «είσαι Charlie»...


Τελικά βρέθηκε πού συμφωνούν όλοι οι πολιτικοί μας αλλά κι εμείς οι δημοσιογράφοι και οι πολίτες κάθε λογής: είμαστε όλοι Charlie! Αλλά τι σημαίνει αυτό;

Η υποκρισία που...
διέκριναν πολλοί στην παρουσία των ηγετών της Δύσης κατά το πανδημοκρατικό συλλαλητήριο του Παρισιού δεν περιορίζεται σ’ αυτούς τους εκπροσώπους κρατών. Αφορά και όσους προβάλλουν την ελευθερία της έκφρασης ως όχημα για τη διάδοση του αντιισλαμικού και αντιμεταναστευτικού μίσους.

Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς για όσα συνέβησαν στο Παρίσι και συντάραξαν όλη την Ευρώπη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εδώ και καιρό το «Charlie Hebdo» βρισκόταν στο επίκεντρο μιας βάσιμης κριτικής για τον τρόπο που παρουσίαζε το Ισλάμ, τον οποίο πολλοί (ακόμα και πρώην στελέχη του περιοδικού) δεν δίστασαν να επικρίνουν ως «ισλαμοφοβικό» και «ρατσιστικό». Για την ακρίβεια, το «Charlie Hebdo» είναι πλέον μια μετάλλαξη του αρχικού ελευθεριακού προτύπου του. Και ναι μεν εξακολουθεί να έχει στο στόχαστρό του κυρίως τον Σαρκοζί, τους Λεπέν και τα πρόσωπα της δημοσιότητας, αλλά εδώ και αρκετό καιρό δεν παύει να απεικονίζει με κάθε ευκαιρία τον Μωάμεθ με τη γαμψή «σημιτική» μύτη, αναπαράγοντας μια πρόκληση που ξεκίνησε εδώ και δέκα χρόνια.

Το όπλο της σάτιρας

Είναι βέβαια φυσικό για ένα έντυπο που εξαρχής δημιουργήθηκε με στρατηγική την πρόκληση και τη γελοιοποίηση των ταμπού και του καθωσπρεπισμού της γαλλικής κοινωνίας να σχοινοβατεί μονίμως στα όρια. Το χιούμορ bête et méchant (ανόητο και κακό), που υπήρξε το σήμα κατατεθέν της ομάδας των ταλαντούχων δημιουργών του περιοδικού από την εποχή που πρωτοεμφανίστηκε ως «Hara-Kiri» (1969), απαιτεί μάλιστα να ξεπερνιούνται συνειδητά κάθε τόσο αυτά τα όρια. Κανένα πρόβλημα, αν αυτό συμβαίνει με στόχο τους ισχυρούς και τους εξουσιαστές κάθε είδους. Τα πράγματα αλλάζουν αν συμβαίνει το αντίθετο, αν δηλαδή στο στόχαστρο της γελοιοποίησης και του διασυρμού βρίσκονται οι αδύναμοι, οι ήδη στοχοποιημένοι απόβλητοι. Τότε το γέλιο σταματά και αρχίζει η τραγωδία.

Υπάρχει εδώ μια σκόπιμη παρανόηση. Τόσο η ελευθερία της έκφρασης όσο και το ίδιο το χιούμορ κρίνονται από τον βαθμό της ανεξαρτησίας τους από την άσκηση της εξουσίας στο επίπεδο των ιδεών. Η αντίσταση στη λογοκρισία δεν έχει νόημα παρά μόνο ως υπεράσπιση μιας διωκόμενης, μειοψηφικής και «αιρετικής» άποψης. Και το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση κρίνεται από την εξουσία που επιχειρεί να το καταπνίξει. Μπορεί όλα αυτά να μην είχαν τόση σημασία το 1969 -την επαύριο της έκρηξης του 1968- αλλά το 2015 της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης οι κοινωνίες δεν είναι πια απομονωμένες ούτε λειτουργούν με όρους εσωτερικού διαλόγου. Οσα λέγονται και γράφονται «εδώ», απευθύνονται «παντού».

Το χιούμορ μπορεί να γίνει αποδεκτό ακόμα και σε ακραίες μορφές όταν διακινείται στο εσωτερικό μιας κοινότητας. Είναι γνωστό ότι ο αυτοσαρκασμός είναι στοιχείο συνοχής πολλών μειονοτικών ομάδων, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τις εβραϊκές κοινότητες που αναπαράγουν ανέκδοτα για τα αρνητικά στερεότυπα που συνοδεύουν τον εβραϊσμό. Ομως τα ίδια αυτά ανέκδοτα στο στόμα «άλλων» παίρνουν αμέσως αντισημιτική χροιά.

Μ’ άλλα λόγια, το χιούμορ στο στόμα του (όποιου) αντιπάλου δεν προκαλεί κανένα γέλιο στον στόχο του. Η γελοιοποίηση του εχθρού είναι κλασικό όπλο της πολιτικής προπαγάνδας σε πολεμικές περιόδους. Ακόμα τραγουδάμε κοροϊδευτικά στις εθνικές επετείους τον «φουκαρά» και «μακαρονά» Ντούτσε. Και η αντίσταση την περίοδο της δικτατορίας στηρίχτηκε ιδιαίτερα στη διάδοση ανεκδότων για τον Παπαδόπουλο και τον Παττακό.

Θυμίζουμε ότι η εμπλοκή του «Charlie Hebdo» με τη γελοιογραφική απεικόνιση του Μωάμεθ ξεκίνησε από τις αρχές του 2006, όταν το γαλλικό σατιρικό περιοδικό, μαζί με άλλα φιλελεύθερα έντυπα του δυτικού κόσμου, τόλμησαν να φιλοξενήσουν τα σκίτσα του Μωάμεθ που είχε δημοσιεύσει μια εφημερίδα της Δανίας στα τέλη του 2005. Αυτή η κίνηση, που προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις μουσουλμανικών κοινοτήτων σε πολλές χώρες του κόσμου, είχε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία δεν είχαν καμιά σχέση με την υπόθεση του Σαλμάν Ρουσντί και την επικήρυξή του από τους Αγιατολάδες. Οταν το 1988 δημοσίευε τους «Σατανικούς Στίχους» ο Ρουσντί δεν είχε βέβαια κατά νου το ενδεχόμενο να προκύψει ο ιρανικός φετφάς εναντίον του και να υποχρεωθεί να ζει από τότε υπό την απειλή της εκτέλεσής του από φανατικούς μουσουλμάνους.

Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο των Τάσου Κωστόπουλου, Αντας Ψαρρά, Δημήτρη Ψαρρά, ΕΔΩ...

πηγη efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: