9.12.18

Και βιασμένες και δολοφονημένες και πουτάνες....


Τι κι αν εκατομμύρια γυναίκες σε όλο τον πλανήτη, από την Αργεντινή ως την Τουρκία και από την Ισπανία ώς την Ινδία, φωνάζουν πλέον δυνατά «ούτε μία λιγότερη» σε μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στις γυναικοκτονίες.

Για τα ελληνικά ΜΜΕ εξακολουθούν να...
είναι «εγκλήματα πάθους», «οικογενειακές τραγωδίες», «κακές στιγμές», περιπτώσεις που «η ζήλια όπλισε το χέρι του δράστη» ή «το ερωτικό αμόκ τού θόλωσε το μυαλό».

«Καλό πουτανάκι είμαι κι εγώ, σαν τη Μικαέλα που ήταν 12 ετών. Ενας τύπος που ήταν 26 τη σκότωσε επειδή δεν ήθελε να κάνει σεξ μαζί του. Αλλά, εντάξει, είχε ανεβάσει αρκετές προκλητικές φωτογραφίες στο Facebook, τι περίμενε; [...]
Σαν τη Μελίνα. Αυτή κι αν ήταν τρελή! Το φταίξιμο για τον βιασμό και τον θάνατο της δεν το είχαν οι τέσσερις βιαστές και δολοφόνοι, αλλά η ίδια, επειδή της άρεσαν τα μπαρ και όχι το διάβασμα.
Ή την Νταϊάνα, που πήγε σε συνέντευξη για δουλειά νύχτα και ντυμένη με ένα σορτσάκι, που κάποιος θα σκεφτόταν πως θύμιζε πουτάνα.
Ο φίλος της Σερένα τη μαχαίρωσε 49 φορές επειδή τον παράτησε, αλλά κι αυτή ήταν πουτάνα [...]
Αύριο μπορεί να είμαι εγώ η νεκρή/βιασμένη/ χτυπημένη πουτάνα.
Αλλά, εντάξει, όλα αυτά είναι μαλακίες που απασχολούν μονάχα τις Feminazis που είναι μονίμως υστερικές. Και μερικές πουτάνες. Πάντα πουτάνες».

Κείμενο που κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο από την Julieta TB τον Οκτώβριο του 2016 και έγινε viral


Οι δύο θάνατοι της Ελένης Τοπαλούδη

Ελένη Τοπαλούδη

Δεν ήταν μόνο το στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας της Ρόδου που περιύβρισε τη νεκρή κοπέλα, με χυδαίους, ρατσιστικούς και σεξιστικούς χαρακτηρισμούς, σε μια προσπάθεια να σχετικοποιήσει το ειδεχθές έγκλημα και να δικαιολογήσει εμμέσως τους δράστες – ή έστω τον έναν, γόνο πλούσιας οικογένειας της Ρόδου.

Η υπόρρητη ενοχοποίηση του θύματος ξεκίνησε από τις στήλες του έγκριτου τοπικού Τύπου, με μικρές φρασούλες που όμως διαμόρφωναν το κατάλληλο κλίμα, δίνοντας την πάσα στα μισογύνικα τρολ.

(άγνωστο παραμένει αν αρχικά είχε δεχθεί): Αυτή η μικρή φράση και μέσα σε παρένθεση έρχεται από την είδηση όπως την κατέγραψε τοπική εφημερίδα:

«Ενας 19χρονος Αλβανός και ένας 21χρονος ημεδαπός φαίνεται να είναι οι δράστες του στυγερού εγκλήματος της 21χρονης φοιτήτριας. Από τις καταθέσεις τους φέρεται να προκύπτει ότι οι δύο άνδρες πρότειναν στη φοιτήτρια να συνευρεθούν ερωτικά στο σπίτι του ενός, ωστόσο φαίνεται ότι η 21χρονη δεν συμφώνησε (άγνωστο παραμένει αν αρχικά είχε δεχθεί) και ξέσπασε καβγάς...»

Η τοπική εφημερίδα χώρεσε σε μια παρένθεση κοινωνικές προκαταλήψεις και έμφυλα στερεότυπα αιώνων, που θέλουν μια γυναίκα «να εννοεί ναι, ακόμα και όταν λέει όχι» και να μην έχει δικαίωμα να αρνηθεί το σεξ, εφόσον «αυτή πρώτα φταίει που τους άναψε».

Ο σεξισμός πάει χεράκι χεράκι με τον ρατσισμό και σε αυτή την περίπτωση, καθώς πολλά ΜΜΕ επιφύλαξαν δύο μέτρα και δύο σταθμά για τους δύο δράστες.

Ο «ημεδαπός» παρουσιάστηκε αρχικά ως αυτός που «παρασύρθηκε», ενώ ο δεύτερος ήταν εμφατικά «ο Αλβανός» - μέχρι να αποκαλυφθεί ότι είναι Βορειοηπειρώτης, κάτι που δεν βόλευε τα ΜΜΕ που μέχρι πριν από λίγες μέρες θρηνούσαν ως εθνικό ήρωα τον ομογενή πιστολέρο Κ. Κατσίφα.

«Προϊόν της κοινής γνώμης, ο ελεύθερος Τύπος παράγει ο ίδιος την κοινή γνώμη», έγραφε ήδη το 1843 ο δημοσιογράφος Καρλ Μαρξ στην «Εφημερίδα του Ρήνου».

Τα ΜΜΕ δεν αντανακλούν απλώς, αλλά συμμετέχουν στην κατασκευή και στον ορισμό της πραγματικότητας, επιλέγοντας, παρουσιάζοντας και δομώντας «πραγματικότητες». Αν αυτό ίσχυε την εποχή του νεαρού Μαρξ, φαντάζεστε πόσο πιο έντονο είναι το φαινόμενο τώρα, σε κοινωνίες όπου το μιντιακό θέαμα έχει κυρίαρχη θέση.

Και τα αγαπημένα μας ΜΜΕ, που παίζουν ως χαριτωμένες δηλώσεις σαν κι αυτήν της σταρ Ελλάς, που μας είπε ότι «κάθε γυναίκα έχει φάει το χαστούκι της», που μας έδειχναν ως πολύ άντρα τον Ηλία Κασιδιάρη, που μηρυκάζουν την αντρίλα κι αναμασούν την εικόνα της γκόμενας, έχουν παίξει τον δικό τους ρόλο όχι μόνο στη δολοφονία της Ελένης, αλλά στις δεκάδες δολοφονίες για τις οποίες άνοιξαν τον δρόμο σπέρνοντας στερεότυπα.

Διαβάστε ολόκληρο το ρεπορτάζ στην efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: