12.12.18

Η στρατηγική σύγκλιση Αριστεράς και Δεξιάς...

Τις τελευταίες δεκαετίες, παρατηρούμε μια όλο και μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, σε βαθμό, μάλιστα, που θα μπορούσαμε να μιλήσουμε ακόμη και για...
στρατηγική συμμαχία. Τους άξονες αυτής της σύγκλισης, η οποία προϋποθέτει αμοιβαίες μετατοπίσεις, θα επιχειρήσουμε να περιγράψουμε, καθώς και τις κοινωνικές και πολιτικές τους συνέπειες.

Όσον αφορά την Αριστερά, η μετατόπιση εντοπίζεται στη σταδιακή εξασθένηση, έως και εξάλειψη από τον ιδεολογικό της λόγο, του αιτήματος του λεγόμενου σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Αυτός σχετίζεται με την άρση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από την καπιταλιστική, μέσω της επαναστατικής (ή έστω της μεταρρυθμιστικής) διαδικασίας, η οποία θα επέτρεπε την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και την κατάλυση της ταξικής κοινωνίας.

Η κλασική Αριστερά του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα εντόπιζε στον χώρο της οικονομίας, την ιστορική πραγμάτωση της διαλεκτικής κίνησης της ύλης (μεταφυσική του υλισμού). Λαμβάνοντας ως αιτία κάθε κοινωνικής, πολιτικής, ιδεολογικής και διαπροσωπικής σχέσης, τη διάταξη των δυνάμεων στον χώρο της οικονομίας (οικονομική βάση), όλοι οι υπόλοιποι θεσμοί μιας κοινωνίας, καθώς και όσα συμβαίνουν εντός τους, θεωρήθηκαν ως επιφαινόμενα.

Με απλά λόγια, από τη στιγμή που στην καπιταλιστική κοινωνία η ταξική ανισότητα έχει ως σημείο εκκίνησης την οικονομία, μοιραία, αυτή αναπαράγεται σε όλους τους άλλους τομείς της κοινωνίας. Ανάμεσα στα επιφαινόμενα, κεντρικές θέσεις για την αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων θεωρήθηκε ότι είχαν το κράτος, η θρησκεία και η οικογένεια. Κάτω από αυτή την προοπτική η κλασική Αριστερά, πέραν της οικονομίας, άσκησε δριμύτατη κριτική και στα τρία αυτά κεντρικά επιφαινόμενα.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και κυρίως από τη δεκαετία του ’60 και ύστερα, ο καπιταλισμός επέτρεψε -ως ένα βαθμό- τη μερική μείωση των οικονομικών ανισοτήτων. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την πολιτική και οικονομική κατάρρευση της ΕΣΣΔ, συνέπεσε με προβλήματα που προέκυψαν στον χώρο της Αριστεράς. Τα προβλήματα αυτά έθεσαν σε δεύτερη μοίρα την επαναστατική προοπτική της μετάβασης στον σοσιαλισμό. Προέταξαν αιτήματα που σχετίζονται περισσότερο με ιδιωτικής φύσεως δικαιώματα, όπως η αυτοπραγμάτωση, η κατανάλωση, η σεξουαλική απελευθέρωση κλπ.

Από τη στιγμή που ο οικονομικός μετασχηματισμός παύει να αποτελεί κεντρικό πρόταγμα και στη θέση του τοποθετούνται τα αιτήματα ιδιωτικής απόλαυσης, αυτό που μένει από την ιδεολογική κληρονομία της κλασικής Αριστεράς είναι η κριτική στα μορφώματα του έθνους, της θρησκείας και της οικογένειας. Αυτά, με τα αξιακά πρότυπα που «διδάσκουν» και τα καθήκοντα που επιβάλλουν, δείχνουν να στέκονται εμπόδιο.

Σύγκλιση Αριστεράς-Δεξιάς
Σε σχέση με την κλασική Δεξιά τώρα, τα πράγματα θα λέγαμε πως είχαν μια άλλη πορεία, η οποία όμως καταλήγει στον ίδιο τερματισμό. Ποτέ για την καπιταλιστική τάξη έως τα σχετικά πρόσφατα χρόνια, η οικονομική δραστηριότητα δεν αποτέλεσε αυτοσκοπό. Δηλαδή, ποτέ δεν είχε ξεγυμνώσει τον εαυτό της από αξιακές ορίζουσες που δικαιολογούσαν με κάποιο τρόπο την οικονομική δραστηριότητα. Έτσι, κατά τη διάρκεια του βιομηχανικού καπιταλισμού, που η οικονομική δραστηριότητα είχε ως πυρήνα της το έθνος-κράτος, ακόμη και υπό την ιμπεριαλιστική του εκδοχή, η παράμετρος της παραγωγής βρέθηκε στο επίκεντρο όλων των προσπαθειών, καθώς οι ανάγκες του συστήματος αφορούσαν την συσσώρευση κεφαλαίου.

Η καπιταλιστική τάξη στήριξε την έννοια του έθνους, της θρησκείας και της οικογένειας, οι οποίες προμήθευαν τις μάζες με το κατάλληλο αξιακό υλικό για μια ζωή προσανατολισμένη στο μοντέλο της παραγωγής που είχε επικρατήσει. Η μεταπολεμική, όμως, αναδιάταξη των οικονομικών σχέσεων σχετίζεται με την έξοδο του πιο δυναμικού και συνάμα τυχοδιωκτικού μέρους της σύγχρονης οικονομίας από τον εθνοκρατικό κορμό. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με τη στροφή του οικονομικού μοντέλου προς την κατανάλωση, μετέβαλαν τους ιδεολογικούς στόχους της Δεξιάς. Τώρα πλέον αντιλαμβάνεται το έθνος, τη θρησκεία και την οικογένεια, ως βασικά εμπόδια για την επιτυχία της.

Αίφνης, παρατηρούμε πως η νέα Αριστερά και η νέα Δεξιά συγκλίνουν πλήρως, τόσο ως προς τον προσδιορισμό των ιδεολογικών τους αντιπάλων όσο και ως προς τα πολιτικά τους ζητούμενα που είναι η οικονομική ανάπτυξη και η ατομική κατανάλωση. Προνομιακό πεδίο της συντεταγμένης πολεμικής εναντίον των αντιπάλων τους είναι η θετικά φορτισμένη περιοχή των δικαιωμάτων ειδικών κατηγοριών μειονοτήτων. Πρόκειται για μια περιοχή που δεν ταυτίζεται με τον χώρο των κοινωνικά αποκλεισμένων, την οποία επέβαλε η δομή και λειτουργία του κλασικού αστικού κράτους.

Ο εγωιστής άνθρωπος
Στο σημείο αυτό κρίνονται αναγκαίες ορισμένες διευκρινίσεις. Το κλασικό αστικό κράτος, όπως είδαμε, βασιζόταν στο κοινωνικό μοντέλο της παραγωγής. Στόχευε διαμέσου των ορθολογικών του διαδικασιών, του οργανωμένου καταμερισμού της εργασίας και του λεπτομερούς διαχωρισμού του εργασιακού και του ελεύθερου χρόνου, στον έλεγχο του νου των ανθρώπινων υποκειμένων.

Ο υψηλός βαθμός ελέγχου και ρουτίνας, που προέκυπτε από τον τρόπο διευθέτησης της εργασίας και του ελεύθερου χρόνου, έβρισκε ένα ισχυρό αντιστάθμισμα στο γεγονός ότι ήταν σε θέση να εξασφαλίζει ένα υψηλό επίπεδο υπαρξιακής ασφάλειας, καθώς συνέδεε την ατομική βιογραφία με έναν ισχυρό συλλογικό σκοπό. Μέσα από αυτόν, το υποκείμενο μπορούσε να καταγράφει και να αποτιμά την προσωπική του εξέλιξη.

Κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος σε αυτήν την κοινωνία είναι ο εγωιστής άνθρωπος. Ένα ον, το οποίο έχοντας συγκεκριμένες αφετηρίες και σκοπούς, επιδιώκει να εντάξει στη σφαίρα ισχύος του συγκεκριμένα στοιχεία του αντικειμενικού κόσμου. Σε έναν κόσμο που κυριαρχεί το εγωιστικό πρότυπο είναι λογικό, εκτός από τις επιτυχημένες βιογραφίες, να συναντούμε εξίσου και αποτυχημένες. Οι αποτυχημένες, λοιπόν, βιογραφίες, συνιστούν τις ομάδες του περιθωρίου του κλασικού αστικού κράτους. Αυτές αποκτούν νέα σημασία στην επόμενη φάση, στη φάση της διεθνοποίησης των αγορών.

Στην εποχή του κλασικού αστικού κράτους, οι ομάδες του περιθωρίου είχαν μια συγκεκριμένη θέση στο οικονομικό σύστημα και ταυτόχρονα μια πολιτική εκπροσώπηση, από την παραδοσιακή Αριστεράς. Στην παρούσα φάση, χαρακτηρίζονται από την κοινωνική απροσδιοριστία της θέσης τους στην κυρίαρχη δομή και από την έλλειψη πολιτικής εκπροσώπησης. Σχετικά παραδείγματα μπορούμε να αντλήσουμε από τις σχέσεις που οικοδομούνται διεθνώς από τις ΜΚΟ (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις) προς τις νέες ομάδες του περιθωρίου. Οι ΜΚΟ τις συντηρούν στα όρια της επιβίωσης, χωρίς να θέτουν το ζήτημα της πλήρους οικονομικής και κοινωνικής τους αποκατάστασης.

Ο νάρκισσος
Η μετάλλαξη του πλαισίου στις δυτικές κοινωνίες και η μετατόπιση από το μοντέλο της παραγωγής στο μοντέλο της κατανάλωσης, μετέβαλε και το πρότυπο του ελέγχου των μαζών. Από τα ορθολογικά μέσα, που στόχευαν κυρίως στην πειθαρχία του νου, περάσαμε στην απόπειρα ελέγχου της προσωπικότητας μέσω της απόλαυσης, δηλαδή μέσω του επηρεασμού των επιθυμιών. Στην κοινωνία αυτή, ο βασικός ανθρωπολογικός τύπος είναι ο νάρκισσος. Αυτός, σε αντίθεση με τον εγωιστή που γνώριζε τα προσωπικά του όρια και επεδίωκε να τα διευρύνει, αγνοεί τα σύνορα μεταξύ υποκειμενικού και αντικειμενικού, θεωρώντας αυτονόητα πως καθετί του ανήκει.

Ο νάρκισσος είναι η ιδανικότερη προσωπικότητα για ένα διεθνοποιημένο οικονομικό σύστημα, το οποίο αντιπαθεί κάθε σκοπό που δεν περνά μέσα από τις διαδικασίες της αγοράς. Τα συλλογικά προτάγματα, τα οποία είχαν ως φορείς τους το έθνος, τη θρησκεία και την πυρηνική οικογένεια, στον βαθμό που δεν υπηρετούν το ναρκισσιστικό αίτημα της απόλαυσης και άρα δεν ενισχύουν μονοσήμαντα την επιθυμία για κατανάλωση, συνιστούν το νέο εχθρό του συστήματος.

Η νέα διάταξη των οικονομικών και εξουσιαστικών σχέσεων χρειάζεται, πέραν των πρακτικών αξιών, και ένα ιδεολογικό έρεισμα, μια πηγή νομιμοποίησης των επιλογών της. Το ιδεολογικό έρεισμα βρέθηκε στο ευρύτερο πεδίο των λεγόμενων δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Γενικά, θα μπορούσαμε να ταξινομήσουμε σε τρεις ευρύτερες κατηγορίες τις μειονοτικές ομάδες.

Πρώτον, είναι οι ομάδες του οικονομικού περιθωρίου που ήδη περιγράψαμε.
Δεύτερον, οι ομάδες εκείνες που συγκροτούν πολιτισμικές μειονότητες.
Τρίτον, μια σημαντική μερίδα των ανωτέρων τάξεων, οι οποίες χαρακτηρίζονται από το ανικανοποίητο και την έλλειψη υπαρξιακής πληρότητας, ενώ ταυτόχρονα αναζητούν την απόλαυση σε ό,τι η προηγούμενη εποχή θεωρούσε παρέκκλιση.
Το χρέος της εκπροσώπησης
Ας επιστρέψουμε στην αφετηρία του προβληματισμού μας. Τόσο η νέα Αριστερά όσο και η νέα Δεξιά, από τις τρεις αυτές ευρύτερες κατηγορίες μειονοτήτων, μόνο για τη δεύτερη και την τρίτη νιώθουν το «χρέος» της εκπροσώπησης, κατά τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους. Το ερώτημα που προκύπτει, βέβαια, είναι αν πίσω από την έντονη πολιτική κινητοποίηση και ευαισθητοποίηση των δυνάμεων αυτών για τις μειονότητες, βρίσκεται μια αυθεντική επιθυμία προάσπισής τους, ή μια απόπειρα ισχυροποίησης των διεθνοποιημένων αγορών. Ισχυροποίησης μέσω της διάλυσης των ευρύτερων συλλογικών ταυτοτήτων και κατακερματισμού των κοινωνιών σε μαχητικές και αλληλοσπαρασσόμενες μειονότητες.

Οι εξελίξεις αυτές ωθούν τις κοινωνικές δυνάμεις, που βιώνουν ως απειλή τα νέα δεδομένα, στην αναζήτηση πολιτικής στέγης πρώτον στις παραδοσιακές ιδεολογίες του πατριωτισμού και δεύτερον σε μορφώματα εθνικιστικού και νεοφασιστικού προσανατολισμού. Η επιστροφή στο ιδεολογικό μοντέλο του κλασικού έθνους-κράτους παρουσιάζεται ως το αντίδοτο στην κυριαρχία των αγορών.

Τέλος, μπορούμε να παρατηρήσουμε έναν σημαντικό αριθμό πολιτών, οι οποίοι δείχνουν να μην καλύπτονται από κανένα αποκρυσταλλωμένο πολιτικό σχήμα. Βρίσκονται σε μια φάση ζυμώσεων, καθώς ακόμη δεν έχουν διαμορφώσει ούτε ξεκάθαρο πρόταγμα ούτε οργανωτική βάση. Το σίγουρο είναι πως βλέπουν με καχυποψία και την κυριαρχία των αγορών και την επιστροφή στο παραδοσιακό αστικό έθνος-κράτος.

Ταυτόχρονα, αντιδρούν προς τα ολιγαρχικά χαρακτηριστικά των παραδοσιακών και σύγχρονων κομμάτων και της Αριστεράς και της Δεξιάς. Στον βαθμό που δεν αφομοιωθούν από την πόλωση που αναμένεται το επόμενο διάστημα να προκαλέσουν οι δυο βασικοί πόλοι, προκύπτουν άκρως ενδιαφέροντα ερωτήματα για την ενδεχόμενη μελλοντική τους παρέμβαση στην ιστορική διαδικασία...

Σωτήρης Αμάραντος

Δεν υπάρχουν σχόλια: