19.1.20

Το «ορόσημο» Σακελλαροπούλου...

Τελικά, ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να υποστηρίξει την υποψηφιότητα Σακελλαροπούλου για την προεδρία της Δημοκρατίας. Και από μια πλευρά, καλά έκανε. Η κίνηση αυτή αυξάνει τη διεισδυτικότητά του στον κεντρώο χώρο και δείχνει συνέπεια, αφού η ίδια η κυβέρνηση Τσίπρα είχε στο παρελθόν...

προκρίνει το ίδιο πρόσωπο για τη θέση της προέδρου στο Συμβούλιο Επικρατείας. Βέβαια, υπάρχει και η άλλη πλευρά. Στην προκειμένη περίπτωση, επιβεβαιώνεται ότι ο Μητσοτάκης διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων, προχωρώντας στην εδραίωση και τη διεύρυνση της πολιτικής του επιρροής. Δεν είναι τυχαίο ότι ο φιλοκυβερνητικός τύπος εμφάνισε την κίνησή του ως ορόσημο πολιτικής χειραφέτησης. Και δεν είναι συμπτωματικό ότι ο ίδιος παρουσίασε την επιλογή του ως «πολιτική καινοτομία».

Ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το παρά πέντε επέμενε στην υποψηφιότητα Παυλόπουλου. Πολλοί θεώρησαν ότι η αντιπολίτευση έκλεινε πονηρά το μάτι στην καραμανλική πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας. Άλλοι πάλι σκέφτηκαν ότι η επιλεκτική συμπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ προς τον Παυλόπουλο ίσως ν’ αποτελεί αναγνώριση μιας πολιτικής ευεργεσίας. Πράγματι, εάν ο νυν πρόεδρος είχε παραιτηθεί από το αξίωμά του τον Ιούλιο του 2015, όπως τον καλούσαν να κάνει ορισμένοι ταλιμπάν του χώρου του, ούτε δημοψήφισμα θα είχε γίνει, ούτε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα υπήρχε στη συνέχεια. Ντε φάκτο λοιπόν και ανεξάρτητα από την πολιτική καταγωγή του Προκόπη Παυλόπουλου, η στάση του βοήθησε τον ΣΥΡΙΖΑ να ακυρώσει το σενάριο της «αριστερής παρένθεσης». Κι αυτό είναι κάτι που έχει καταγραφεί.

Μετά την κατάληξη της όλης υπόθεσης, παραμένουν ωστόσο δύο γενικότερα ερωτήματα, που έχουν τη σημασία τους για το μέλλον: πρώτον, αν οι λόγοι που υπαγόρευσαν αυτή τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στο προεδρικό ήταν πολιτικά βάσιμοι˙ και δεύτερον, αν η επιλογή Παυλόπουλου ήταν απλώς ένα «περιστατικό» ή έκφραση κάποιας γενικότερης λογικής, που χαρακτηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι αφορά τις επιλογές προσώπων.

Οι λόγοι που θα μπορούσαν να εξηγήσουν την επιμονή στην υποψηφιότητα Παυλόπουλου δεν είναι κατά τη γνώμη μου πολιτικά βάσιμοι. Αν και ισχύουν σε κάποιο βαθμό όσα ανέφερα παραπάνω, οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Η όποια ανοχή της καραμανλικής πτέρυγας στην κυβέρνηση Τσίπρα υπήρχε όσο η πλάστιγγα έγερνε υπέρ της Αριστεράς και η διάδοχη κατάσταση στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας ήταν ρευστή. Μετά τις εκλογές, αυτό δεν ισχύει. Τα στελέχη της Δεξιάς που έχουν σταθερές απόψεις και πιο «γενναιόδωρη» συμπεριφορά απέναντι στη σημερινή αντιπολίτευση σπανίζουν. Ως εκ τούτου, οι κινήσεις καλής θελήσεως απέναντι στους καραμανλικούς είναι από πολιτικά αφελείς έως πολιτικίστικες.

Ακόμα και αν υπήρχε η δυνατότητα πίεσης του Μητσοτάκη μέσω των καραμανλικών, πάλι η τακτική αυτή θα ήταν λάθος. Ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ δεν περιμένει μια πιο φιλική αντιμετώπιση από τους πολιτικούς του αντιπάλους, αλλά μια νέα ατζέντα με εμβληματικά στοιχεία. Η προεδρική εκλογή ήταν μια ευκαιρία να υποδείξει ο ΣΥΡΙΖΑ ένα νέο πρόσωπο, με έντονο τον συμβολισμό της συνένωσης δυνάμεων στην ευρύτερη κοίτη της Αριστεράς και πίστη στη βαθύτερη έννοια της Δημοκρατίας. Αυτή η «βαθύτερη έννοια» σημαίνει στις μέρες μας πολύ συγκεκριμένα πράγματα.

Με όλη τη συμπάθεια που μπορεί να έχει κανείς στο λιτό προφίλ και την επαγγελματική συνέπεια της κ. Σακελλαροπούλου, η στάση που έχει υιοθετήσει στο παρελθόν για περιβαλλοντολογικά ζητήματα είναι -απ’ ό,τι μου λένε οι σχετικοί- «μικτό καλάθι» (mixed bag). Όντως υπερασπίστηκε τα δικαιώματα, όχι όμως πιο πέρα και πιο βαθειά απ’ ό,τι θα τα υπερασπιζόταν, π.χ., ο Σταύρος Θεοδωράκης. Συν τοις άλλοις, βαρύνει και κάτι άλλο: δόξα τω Θεώ, με τον Στεφανόπουλο και τον Σαρτζετάκη χορτάσαμε δικανικό λόγο. Καιρός δεν ήταν να αποκτήσουμε και μια πρόεδρο που να μιλάει στην καρδιά μας;

Ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι υποστηρίζει την υποψηφιότητα Σακελλαροπούλου όχι για επικοινωνιακούς λόγους, αλλά από επιλογή. Έτσι είναι. Μόνο που η επιλογή αυτή ήταν μάλλον αναγκαστική –και άρα όχι και τόσο … επιλογή. Όταν για την κ. Σακελλαροπούλου πανηγυρίζει ο Αρκάς κι ευφραίνεται ο Βενιζέλος, θα ήταν περίεργο να αισθάνεται ικανοποιημένος ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ.

Υπάρχει όμως ή δεν υπάρχει ένα γενικότερο θέμα στις επιλογές προσώπων που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια η Αριστερά; Αν σκεφτούμε την περίπτωση Βαρουφάκη και ορισμένων άλλων υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ, αν ξαναδούμε τη σύνθεση της επιτροπής που συστήθηκε πρόσφατα για να υλοποιήσει το εγχείρημα της δημιουργίας ενός διευρυμένου κόμματος της Αριστεράς, το συμπέρασμα είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν το έχει» με τα πρόσωπα. Κι αυτό, δυστυχώς, δεν είναι ένα τεχνικό στοιχείο -ούτε και ίδιον του συγκεκριμένου κόμματος. Η αλήθεια είναι ότι στο μεταμοντέρνο περιβάλλον μας επιβραβεύονται τελικά δύο στάσεις: είτε τα φούμαρα κι η αυτοπροβολή, είτε η απόλυτη σιωπή, η μούγκα. Όλα αυτά εις βάρος βέβαια της μετριοπάθειας και της αξίας που έχει το πραγματικό έργο κι η ανιδιοτελής προσφορά στην κοινωνία.

Ενώ οι αντικειμενικές συνθήκες για μια ουσιαστική αλλαγή είναι υπερ-ώριμες, το πολιτικό προσωπικό, ο υποκειμενικός παράγοντας, υστερεί. Κάποιοι φίλοι υποστηρίζουν αυτό είναι αναπόφευκτη συνέπεια του «δημοκρατικού δρόμου». Έχουν δίκιο. Υπό «επαναστατικές συνθήκες», δεν θα υπήρχε κανένα περιθώριο για μουντζούρες και λάθη, γιατί όλες οι εικόνες θα ήταν ίσες με τα πραγματικά μεγέθη κι εμείς θα παίρναμε τα πράγματα τοις μετρητοίς. Το θέμα είναι ότι οι ηρωϊκές εποχές έχουν περάσει. Εάν υπάρχει λοιπόν μια ελπίδα είναι να ξεχωρίσουν στο μέλλον οι νέοι την ήρα απ’ το στάρι. Κάτι μου λέει ότι αυτό το ενδεχόμενο δεν είναι απλώς μια ευχή...

Σπύρος Γεωργάτος
Πηγή: tvxs.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: