23.8.12

Η Αυστραλία είναι παγίδα ...


Μείνετε στον τόπο σας και παλέψτε...
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΜΟΡΡΙΣ
Ο Σήφης Τσουρδαλάκης, ο Ρεθυμνιώτης λυράρης τραγουδιστής που άνοιξε τα φτερά του και πέταξε, πριν δώδεκα χρόνια για την Κρήτη, είναι πίσω, κοντά μας για μόνιμη εγκατάσταση στη χώρα που γεννήθηκε, αυτή τη φορά.
«Δεν έχει παίξει κανένα ρόλο η κρίση» θα πει πριν προλάβει να πάει ο νους μου στα ‘αυτονόητα’.
«Αν θυμάσαι, στην τελευταία κουβέντα που...
κάναμε, αλλά και πριν από αυτήν, είχα αποφασίσει να γυρίσω πίσω. Πίστευα, όταν έφευγα, το 2000, ότι η Κρήτη, η Ελλάδα γενικά, θα μπορούσε να με κρατήσει. Είμαι, όμως –διαπίστωσα– ένα δέντρο με ρίζες και στις δύο χώρες. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τη μια από την άλλη, όπως δεν μπορώ να κόψω τις μισές ρίζες μου για να δυναμώσουν οι άλλες. Αυτό δεν γίνεται. Στην Ελλάδα βρίσκω πιο πλέρια, θα έλεγα, έκφραση στη μουσική. Ζω με το σινάφι μου στιγμές απογείωσης.
Λατρεύω τις φυσικές ομορφιές, τη μοναδική λάμψη του ήλιου, την ζεστασιά των ανθρώπων. Όταν είμαι εκεί, αισθάνομαι ότι ανήκω σ’ αυτόν τον τόπο» θα πει ο Σήφης και η ματιά του υγρή, συναντά τη δική μου.

ΕΙΔΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΟΛΟΚΛΗΡΟ

Βαθιά ανάσα, μια ρουφηξιά τσάι μαύρο, με δύο κουταλιές ζάχαρη, και ομαλή προσγείωση στη γη της Αυστραλίας: «Εδώ με τραβάνε δυνατά οι δεσμοί αίματος, η οικογένειά μου» θα πει απλά.

«Μου έλειψαν φοβερά, όσο ήμουν εκεί, οι γονείς μου και τα αδέλφια μου. Ακόμη και οι συχνές επαφές που είχαμε, δεν ήταν –αποδείχτηκε– αρκετές για να γεμίσουν το κενό που ένιωθα μέσα μου. Μετά, ήξερα, ότι αν το ανέβαλα κι άλλο, ίσως δεν θα ήταν πλέον εύκολο να γυρίσω».

Ο Σήφης Τσουρδαλάκης, με αργά αλλά σταθερά βήματα, οπλισμένος μ’ ένα εντυπωσιακό ταλέντο στην κρητική μουσική, επιβλήθηκε στο χώρο του ‘κλείνοντας δουλειές, όχι μόνο στην Κρήτη, αλλά σ’ όλη την Ελλάδα, την Αμερική, την Ευρώπη, τον Καναδά, γνωρίζοντας και δημιουργώντας δεσμούς με τους ομογενείς σ’ όλον σχεδόν τον κόσμο’.
«Τελευταία, λίγους μήνες πριν την οριστική μου επιστροφή στη Μελβούρνη, είχα προσκλήσεις για δουλειές σ’ όλη την Ελλάδα. Λες και το ’ξεραν και με καλούσαν για μια αποχαιρετιστήρια περιοδεία. Φυσικά, η επάνοδός μου εδώ, δεν θα κόψει το δρόμο προς την Ελλάδα. Αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει γιατί η δίψα να βρεθώ και να τραγουδήσω εκεί είναι πολύ δυνατή. Θα πρέπει να πηγαίνω το λιγότερο για ένα μήνα το χρόνο, κλείνοντας δουλειές, όχι για το οικονομικό όφελος, αλλά για να ικανοποιήσω το πάθος που νιώθω μέσα μου για τον τόπο και την ανάγκη να εκφραστώ με τη λύρα μου και το τραγούδι».

Ο ΚΡΙΤΑΜΟΣ

Συναισθηματικός, αλλά και πρακτικός συνάμα, έχει κοιτάξει, από καιρό τώρα, όπως θα πει, ποιες ευκαιρίες προσφέρονται για τον ίδιο, επαγγελματικά στην Αυστραλία.
«Έχω βρει έναν όμορφο, ζεστό χώρο και το διαμορφώνω αυτή τη στιγμή σ’ ένα οικείο, παρεϊστικό εστιατόριο. Επηρεάστηκα, πρέπει να πω, από τα μαγαζιά που είδα στην Ελλάδα. Θα είναι κάτι που θα με εκφράζει. Απλό, ζεστό, με καλό παραδοσιακό φαγητό, αυτό που τρώγαμε μαγειρεμένο από τα χέρια της μάνας μας στο χωριό».
Δηλαδή;

«Σουπιές με μάραθο, γαύρο στη σχάρα, μπιφτέκια από χοιρινό, αγκινάρες με κατσικάκι, τσιτσιριστά χόρτα με χοιρινό, τσιτσιρόνια (μακαρόνια με ανθότυρο και βρασμένα σε ζωμό αρνιού), με σπεσιαλιτέ τη σαλάτα «Κρίταμος», που θα είναι και το όνομα του μαγαζιού.
Μισό λεπτό. Σαλάτα σπεσιαλιτέ, θα πρέπει να είναι κάτι το ιδιαίτερο και η τρυφερή, αν όχι παθιασμένη, προσωπική μου σχέση με τη μαγειρική, δεν μου επιτρέπει ν’ αφήσω το σημείο αυτό αδιευκρίνιστο.

Ο Σήφης, χρησιμοποιώντας πολύ τη γλώσσα των χεριών, θα μου μιλήσει για μια γαβάθα που γίνεται από ζύμη ψωμιού κι εκεί μέσα μπαίνει η σαλάτα η οποία γίνεται, από δύο ειδών μαρούλι, ντοματίνια, λιαστή ντομάτα, ρόκα, κρίταμο, κουκουνάρια, λάδι και βαλσάμικο και τρώγεται μαζί με το σκεύος που είναι, όπως είπαμε από ψωμί ζυμωτό.
Αλλάζω θέμα γιατί εδώ πρόκειται για «έρωτα μεγάλο», ανεκπλήρωτο μέχρι στιγμής, ο οποίος, όμως, θα δοκιμαστεί στην πράξη, το πολύ σε δυο–τρεις εβδομάδες.

Η ΚΡΙΣΗ

Mιλάμε για την κρίση στην Ελλάδα, όπως την είδε ο ίδιος στο τελευταίο του ταξίδι τον περασμένο μήνα.
«Κοίταξε, τα πράγματα δεν είναι τόσο τραγικά, όσο παρουσιάζονται, όχι τουλάχιστον στην επαρχία όπου οι περισσότεροι έχουν ένα κομμάτι γη και το καλλιεργούν, έχουν το λάδι τους, τις ελιές τους και μπορούν να βολευτούν και με τα λίγα. Πιο δύσκολα είναι τα πράγματα στις πόλεις, ιδίως στην Αθήνα, όπου αν χάσουν τις δουλειές τους, στερούνται και τα απολύτως απαραίτητα.
Εκεί που το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρό, όπως το είδα εγώ, είναι στις οικογένειες που σπουδάζουν παιδιά σε ξένα πανεπιστήμια και μέχρι τώρα έπρεπε να συντηρούν δύο σπίτια. Εκεί οι γονείς που έχασαν τις δουλειές τους ή αναγκάστηκαν να βάλουν λουκέτο στο μαγαζί τους, σηκώνουν τα χέρια ψηλά. Το καλό, βέβαια, αν μπορεί να το ονομάσει κανείς έτσι, είναι ότι τα παιδιά που τα έβρισκαν όλα έτοιμα, θα πρέπει να αναγκαστούν να βρουν μια δουλίτσα στο εξωτερικό για να μπορέσουν, έστω και με μεγάλη οικονομία, να συνεχίσουν τις σπουδές τους».

ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΦΟΥΝΤΑΡΕΙ

Κοιτάζοντας τη γενικότερη εικόνα, ο Σήφης θα πει ότι «το καλό της κρίσης είναι ότι θα ξεχωρίσουν οι καλοί από τους αρπακολατζήδες. Αυτοί δεν έχουν θέση σήμερα.
Το άλλο είναι, ότι θα πρέπει όλοι να προσγειωθούμε. Στο δικό μου χώρο, για παράδειγμα, τα πράγματα έχουν αλλάξει δραστικά. Έρχεται ο μαγαζάτορας και σου λέει ‘οι εισπράξεις έπεσαν στα μισά, επομένως θα πέσει και το δικό σου κασέ’. Και κάτι άλλο. Ας μη μας γελά η εικόνα. Ο Έλληνας βγαίνει γιατί άμα δεν βγει να ξεδώσει θα φουντάρει. Δεν ξοδεύει, όμως, όπως ξόδευε πριν από την κρίση. Αντί έξι ποτά, για παράδειγμα, θα παραγγείλει δύο. Αντί να βγει τέσσερις φορές το μήνα, θα βγει μία. Οπότε υπάρχει διαφορά. Όλοι έχουν κουμπωθεί, έχουν παγώσει και περιμένουν τι θα γίνει αύριο».

ΔΙΕΞΟΔΟΣ
Με 23% ανεργία στην Ελλάδα, είναι φυσικό πολλοί νέοι να κοιτάζουν να βρουν διέξοδο στο εξωτερικό. Τι εισπράττει ο ίδιος;
«Προσωπικά με λυπεί όταν ακούω νέα άτομα να θέλουν να φύγουν στο εξωτερικό. Η άποψή μου είναι να μείνουν εκεί, να παλέψουν. Όχι ότι δεν γίνεται και αυτό. Εδώ να πω, παρενθετικά, ότι πάρα πολλοί νέοι, ορισμένοι με οικογένεια, έχουν πάει στην ύπαιθρο. Εκεί έφτιαξαν το παλιό σπίτι του παππού, φύτεψαν τα λαχανικά για τους ίδιους και τους συγγενείς και, κατά κάποιο τρόπο, τακτοποιήθηκαν. Άλλοι, με μεγαλύτερες εκτάσεις, μάλιστα, έκαναν και έβαλαν στην πράξη πιο φιλόδοξα σχέδια, εφοδιάζοντας μανάβικα ή πουλώντας οι ίδιοι τα προϊόντα τους στις λαϊκές».

Eπιστροφή στα παλιά, θυμίζει στον ίδιο, αλλά και σε μένα, ίσως περισσότερο, τα σχέδια πολλών νέων, να μείνουν πέντε χρόνια στην Αυστραλία, να κάνουν λεφτά και να γυρίσουν πίσω. «Με πονάει μόνο που το ακούω και προσπαθώ να τους αποτρέψω. Ακριβώς τα ίδια έλεγαν οι περισσότεροι της πρώτης γενιάς και τα αποτελέσματα τα ξέρουμε όλοι μας. ‘Η Αυστραλία είναι παγίδα. Μείνετε στον τόπο σας και παλέψτε’ είναι αυτό που τους λέω. Θα μ’ ακούσουν όμως;”.
Ένα ερώτημα που θέλει το χρόνο του να απαντηθεί, αλλά κάτι μου λέει ότι μόνο εκείνος που καίγεται στη μαγειριά φυσάει και το γιαούρτι. Οι άλλοι, έστω κι αν υπάρξουν μάρτυρες, είναι δύσκολο να πειστούν. Κι’ αυτό γιατί ο καθένας πιστεύει ότι ‘εκείνος θα σταθεί πιο τυχερός’.

Η εικόνα δεν θα ήταν ίσως πλήρης χωρίς μια ρεαλιστική ματιά σε όσους βρίσκονται εδώ, μετά την κρίση, με φοιτητική βίζα, τουριστική ή επαναπατριζόμενοι.
«Με λυπεί όταν βλέπω ορισμένους που νομίζουν ότι ‘θα κάνουν την καλή’ για να χρησιμοποιήσω τη λαϊκή έκφραση, χωρίς να ζοριστούν καθόλου. Που σχολιάζουν αρνητικά τους νόμους της χώρας, βρίσκοντάς τους πολύ αυστηρούς και νομίζουν ότι δεν αφορούν τους ίδιους. Πιστεύω εκείνοι που θα επιτύχουν είναι εκείνοι που θα προσαρμοστούν στις εδώ συνθήκες και θα ξεχάσουν εκείνα που ήξεραν στην Ελλάδα και που, στο κάτω–κάτω, είναι ένας λόγος που η πατρίδα μας βρίσκεται εκεί που είναι σήμερα».
Μια ρεαλιστική ματιά, στα πράγματα, ποτέ δεν έβλαψε κανέναν...
http://neoskosmos.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: