24.5.20

Πώς θα γίνει η επανεκκίνηση στην Κύπρο;...


Την ώρα που στην Ε.Ε. ετοιμάζεται μια θεαματική αύξηση του επταετούς κοινοτικού προϋπολογισμού για τη στήριξη των ασθενέστερων οικονομιών -μια εξέλιξη εξαιρετικά επωφελής για την Κύπρο- τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση στη Λευκωσία μένουν... ασυγκίνητες, ενώ ...
δεν φαίνεται να έχει γίνει κατανοητή η αλλαγή μοντέλου ανάπτυξης και νοοτροπίας που επιβάλλει η πανδημία.
Καθηλωμένη στον δικό της μικροπολιτικό κόσμο, η πολιτική ηγεσία στην Κύπρο συνεχίζει για ημέρες την αντιπαραγωγική συζήτηση για το ποιος θα αναλάβει τον εγγυημένο από το κράτος δανεισμό επιχειρήσεων για άμεση ρευστότητα και επανεκκίνηση της οικονομίας. Σε επίπεδο κυβέρνησης δεν φάνηκε ακόμα αν υπάρχει κάποιος στρατηγικός σχεδιασμός για την οικονομία, μπροστά στα φλέγοντα προβλήματα που συσσωρεύτηκαν εξαιτίας της πανδημίας.

Κανείς ακόμα -ούτε κυβέρνηση, ούτε αντιπολίτευση- δεν παρακολουθεί τη μεγάλη συζήτηση που άρχισε εντός Ε.Ε. για την κοινή απόφαση Μέρκελ – Μακρόν να προτείνουν ενίσχυση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού με 500 δισ. ευρώ.

Πρόκειται για θεαματική αύξηση κατά 50% του υφιστάμενου επταετούς κοινοτικού προϋπολογισμού που θα προσφερθεί στις ασθενέστερες οικονομίες, όχι όμως εν λευκώ και σίγουρα μόνο με αυστηρούς όρους για ποιοτικές υποδομές και βιώσιμες επενδύσεις. Κανείς δεν συγκινήθηκε από την είδηση στη Λευκωσία κι ας είναι η Κύπρος μέλος της ευρωζώνης και πιθανότατα ένας από τους πλέον επωφελούμενους μιας εξέλιξης που αλλάζει ριζικά την παγιωμένη γερμανική πολιτική «μόνο δάνεια, όχι χορηγίες».


Σε ένα τρίτο επίπεδο, ελάχιστη φαιά ουσία αναλώνεται στο νησί για το τι ακριβώς αλλάζει από πλευράς μοντέλου ανάπτυξης και νοοτροπίας με την επιστροφή, όχι βέβαια ξανά στα παλιά, αλλά σε μια νέα κανονικότητα.

Το σοκ που προκαλεί ο κορονοϊός στην κυπριακή οικονομία και η «παράλυση ιδεών» του πολιτικού συστήματος έχουν εξήγηση. Διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι η παγκόσμια οικονομία έχει υποστεί τέτοια σεισμική δόνηση που δεν συγκρίνεται με όσα βίωσαν οι προηγούμενες γενιές.

Οι συνέπειες του κορονοϊού θα είναι μεγαλύτερες από αυτές της προηγούμενης κρίσης στην ευρωζώνη (2008-13). Τότε οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, η Ελλάδα, η Κύπρος και άλλες κατέβαλαν βαρύ τίμημα. «Τώρα, όμως, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα γιατί αλλάζουν δεδομένα δεκαετιών, αλλάζουν οι παράμετροι της αγοράς, της προσφοράς και της ζήτησης σε πολλούς τομείς δραστηριότητας», σχολιάζει ο Κύπριος πρώην υπουργός Οικονομικών Μ. Σαρρής.

Το πολιτικό προσωπικό στην Κύπρο δεν μπορεί να εκτιμήσει μέχρι στιγμής τη ζημιά που απλώνεται παντού στον κόσμο. Τι σημαίνει για χώρες, που δεν διαθέτουν βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης και τελούν σε απόλυτη εξάρτηση από τις υπηρεσίες, τον τουρισμό, τις αεροπορικές συνδέσεις; Για παράδειγμα, η κυπριακή κυβέρνηση προσπαθεί να κάνει υπολογισμούς τι θα συμβεί με τον τουρισμό. Αλλά κανείς δεν ξέρει πότε και πώς θα θελήσουν οι τουρίστες να ταξιδέψουν και με ποιους όρους θα μπορεί η Κύπρος να τους δεχτεί.

Ο Μ. Σαρρής υποστηρίζει ότι «ο τομέας αυτός θα χρειαστεί να υποστεί μεγάλες προσαρμογές για να διεκδικήσει η Κύπρος από τη μικρή πίτα που δικαιούται, αν όντως αποκτήσει το πλεονέκτημα του ασφαλούς υγειονομικά προορισμού» έναντι ανταγωνιστικών χωρών όπως π.χ. η Ιταλία και η Ισπανία. Επιπρόσθετα δεν ξέρει κανένας πώς θα αντιδράσει μια αγορά που για αρκετό χρόνο μάλλον θα γίνει πολύ συντηρητική, θα ταξιδεύει λιγότερο και θα ξοδεύει λιγότερο.

Ο υφυπουργός Τουρισμού Σάββας Περδίος θέλησε προ ημερών να δώσει έναν τόνο αισιοδοξίας, αλλά κατέβασε τόσο τον δείκτη των προσδοκιών για να παραμείνει ειλικρινής (ΚΥΠΕ, 18/5): «Μιλάμε για μείωση 70% για όλη τη χρονιά σε σχέση με πέρυσι» και για σκληρή δουλειά αν είναι να «ανακτηθεί το υπόλοιπο 30%». Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους.

Η Κύπρος, με τόσες δεκαετίες εξειδίκευσης στον τουρισμό, κατάφερε να έχει ένα ήδη ακριβό προϊόν που στηρίζεται στον μαζικό φτηνό τουρισμό, ο οποίος πλέον δεν υπάρχει, παρά τη γενναία πριμοδότησή του αμέσως μετά την τελευταία κρίση με δανειοδοτήσεις και έξτρα προνομιακή μεταχείριση. Φέτος θα εξαρτηθεί αποκλειστικά από τον εσωτερικό τουρισμό, δηλαδή τις αποταμιεύσεις και την ελπίδα να επιβεβαιωθεί η τάση των Κυπρίων να τις χρησιμοποιούν καταναλωτικά…

Δανεισμός και επιχειρήσεις

Το μυαλό των περισσοτέρων δικαίως ήταν αρχικά στην ανάγκη για στήριξη της απασχόλησης, ώστε οι εργαζόμενοι να μην αποκοπούν από τις δουλειές τους και να λάβουν κάποια επιδότηση.

Τώρα η συζήτηση στρέφεται στην εξασφάλιση ρευστότητας για τις επιχειρήσεις για να πάρουν μπρος. Η κομματική αντιδικία των ημερών εστιάζει στην κακή φήμη που απέκτησαν οι τράπεζες και όχι στο τι πρέπει να αλλάξει κατά την επανεκκίνηση. Tο καλό σενάριο είναι οι κρατικές εγγυήσεις να συνδεθούν με κίνητρα για το είδος της επιχειρηματικής δραστηριότητας, ώστε να συνάδει με τις νέες ανάγκες της ζήτησης. Αν δεν γίνει αυτό, τότε πιθανόν το τραπεζικό σύστημα, που είναι λογικό να αναλάβει το έργο, να καταλήξει με περισσότερους κακοπληρωτές.

Στο τέλος, δε, θα επαναληφθεί το κακόγουστο έργο να κληθεί ξανά να καταβάλει τη ζημιά ο Κύπριος φορολογούμενος, όπως έγινε το 2018 με τον Συνεργατισμό, για όσους λάβουν το πλεονέκτημα της κρατικής εγγύησης και αποτύχουν να ανακάμψουν.

Η ευχέρεια που απέκτησε η Κύπρος ως κράτος-μέλος της ευρωζώνης να δημιουργήσει δημόσιο χρέος και ελλείμματα δεν είναι ανεξάντλητη. Ο Μ. Σαρρής επεκτείνει τη δική του σκέψη και υπογραμμίζει: «Μας το επιτρέπει η ευρωζώνη, αλλά δεν είναι κάτι ανακουφιστικό. Μας λέει απλώς να μην κοιτάμε συνεχώς το θερμόμετρο. Αλλά αν παραμείνει υψηλός ο πυρετός, θα μειώνονται συνεχώς τα έσοδα του κράτους και θα έχει περισσότερα έξοδα σε παροχές και ανεργιακά επιδόματα.

Οταν κάποια στιγμή έρθουν έσοδα, το κράτος θα έχει πολλαπλάσιες ανάγκες και είναι άγνωστο ποιες θα προφτάσει να καλύψει για εξυπηρέτηση του χρέους, δόσεις στα ασφαλιστικά ταμεία (ΤΚΑ) και ακολούθως να μείνουν λεφτά για να κάνει έργα, δημόσιες επενδύσεις για ψηφιακή υποδομή και βιώσιμη περιβαλλοντική ανάπτυξη…».

Μέσα από αυτά τα δεδομένα, ο Μ. Σαρρής εκτιμά ότι αναγκαστικά η κυβέρνηση θα χρειαστεί να στραφεί ξανά στο βασανιστικό πρόβλημα των πάγιων λειτουργικών εξόδων και το κυβερνητικό μισθολόγιο! Η συζήτηση αυτή -που αφορά την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση εν όψει εκλογικού έτους (2021)- «δεν θα είναι καθόλου θεωρητική, δεδομένου ότι η πανδημία έφερε ξανά στο προσκήνιο ποιοι είναι οι ευάλωτοι (ιδιωτικός τομέας), έναντι αυτών που είναι εξασφαλισμένοι (δημόσιοι υπάλληλοι, εργαζόμενοι σε ημικρατικούς οργανισμούς και στις τράπεζες)», σημειώνει.

Το αναπτυξιακό ζήτημα

Η Κύπρος ταλανίζεται από ακόμα μία κρίση και η κυβέρνηση αποκρύβει την ευθύνη που έχει από την εποχή της προηγούμενης περιπέτειας: χαμηλές επενδύσεις σε σχέση με τον μέσο όρο της Ε.Ε. και, το χειρότερο, οι πλείστες στον κατασκευαστικό τομέα που δεν αποδίδουν περισσότερη παραγωγικότητα.

Μια ολόκληρη επταετία έχει κατασπαταληθεί χωρίς εκσυγχρονιστικό έργο, που τόσο απαιτούσε η προηγούμενη κρίση και ανέμενε η κοινωνία. Τώρα όλα έρχονται πιεστικά ενώπιον των Κυπρίων: ταχεία μετάβαση στο ψηφιακό κράτος, ηλεκτρονική εκπαίδευση, ηλεκτρονική Δικαιοσύνη, υγιές επενδυτικό περιβάλλον κ.ο.κ. Η πανδημία λειτούργησε προς στιγμήν σαν αφύπνιση από τον λήθαργο για να γίνουν ορισμένες κινήσεις για ηλεκτρονική υπογραφή και εξ αποστάσεως εκπαίδευση.

Σε αυτό συντείνει η δημιουργία του υφυπουργείου Καινοτομίας και η παρουσία του Κ. Κόκκινου. Ελλείψει ουσιαστικής αντιπολίτευσης, όμως, η κυβέρνηση αισθάνεται άνετη, χωρίς κριτική για τη μεγάλη υστέρηση του νησιού σε μια σειρά από ζητήματα, στα οποία παγκοσμίως γίνονται τεράστια βήματα, ακόμα και από μικρές, αλλά ευέλικτες και έξυπνες χώρες: καινοτομία, πατέντες, τηλεϊατρική, φαρμακοβιομηχανία, νέες τεχνολογίες, τεχνητή νοημοσύνη κ.ο.κ.

Η ιδέα Αναστασιάδη να διευκολύνει την κατασκευαστική βιομηχανία με υπερβολικά κίνητρα και αδιαφανείς διαδικασίες («χρυσά» διαβατήρια) τον έχει φέρει σε ευθεία σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το δημοσίευμα των Financial Times είναι δείκτης για το τι θα ακολουθήσει αν η Λευκωσία επιλέξει ξανά το «εύκολο και ζεστό χρήμα». Η Κύπρος, αντί να ξεχωρίσει, τόσα χρόνια διατηρεί μια περίεργη σχέση με την Ε.Ε. και η φήμη της έχει πλέον καθιερωθεί. Κανείς δεν πιστεύει ότι έχουμε όλο το δίκιο με το μέρος μας ή ότι προσεγγίζουμε διάφορα πράγματα καλή τη πίστει. Μας συνδέουν με πρακτικές αδιαφανείς. Οπου υπάρχει «μαύρο», παιχνίδι με καθεστώτα από τη Μόσχα μέχρι την Καμπότζη, είμαστε μέσα…

Μένει ανοιχτό το ερώτημα: Μπορεί κάτι να αλλάξει; Ή ξανά «business as usual»;

* Το άρθρο αναδημοσιεύεται στην εφημερίδα «Πολίτης» της Κύπρου

Δεν υπάρχουν σχόλια: